Δημοσιεύτηκε November 23, 2015 By Ikarianna
Παραδοσιακή Αρχιτεκτονική
Ως προς το οικιστικό περιβάλλον και τη λαϊκή αρχιτεκτονική η Ικαρία παρουσιάζει μια ιδιαιτερότητα έως και μοναδικότητα σε ολόκληρο τον αιγαιακό χώρο. Οι οικισμοί στο νησί είναι διάσπαρτοι, αραιοδομημένοι και δυσανάλογα ως προς τον πληθυσμό τους εκτεταμένοι. Συνήθως στα νησιά και στα ορεινά οι οικισμοί έχουν πυκνή δόμηση και οι καλλιεργήσιμες εκτάσεις βρίσκονται κατά κανόνα έξω από αυτούς. Στην Ικαρία συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Οι οικίες ή τα «σπιτοκαθίσματα», όπως τα αποκαλούν, βρίσκονται μέσα στην καλλιεργήσιμη έκταση, και έτσι τα χωριά είναι σαν ένα σύμπλεγμα από αγροκτήματα. Στο νησί εξάλλου δεν υπάρχει κάποιο αστικό κέντρο ή «χώρα» με τη συνηθισμένη νησιωτική μορφή.Η ιδιομορφία αυτή οφείλεται στο γεγονός ότι η άμυνα του νησιού βασιζόταν όχι στη συσπείρωση και την οχύρωση αλλά στην παραλλαγή και την απόκρυψη των οικιών και την ανάπτυξη των οικισμών.Παρακολουθώντας την εξέλιξη της τυπολογίας του ικαριώτικου σπιτιού ουσιαστικά παρακολουθούμε και τον ιστορικό βίο των κατοίκων ιδίως από τα Μεταβυζαντινά χρόνια ως τις αρχές του 20ού αιώνα.
Ως προς τη μορφή των κατοικιών και τη συγκρότηση των οικισμών διακρίνονται τρεις μεγάλες κατηγορίες που αντιπροσωπεύουν αντίστοιχα την περίοδο της «αφάνειας», το 19ο αιώνα και το α΄ μισό του 20ού αιώνα.
Το πρώτο και τελείως πρωτότυπο είδος σπιτιού είναι οι «καμάρες» που κατασκευάζονται σε βράχους ή με «λούρους» (τεράστιους γρανιτένιους βράχους).
Το «χυτό», ένα είδος μονόχωρου σπιτιού με μικρές διαστάσεις, ήταν ο βασικότερος τύπος κατοικίας μέχρι τις αρχές του 19ου αιώνα και βρισκόταν σε χρήση σε μικρότερη κλίμακα και με μικρές παραλλαγές μέχρι τον 20ό αιώνα.
Πρόκειται για τα λεγόμενα «αντιπειρατικά σπίτια» που αποτελούσαν τον πυρήνα της άμυνας. Με την πάροδο του χρόνου εξελίχθηκε αποκτώντας διάφορες προσθήκες. Τα αντιπειρατικά σπίτια κατά κανόνα είχαν ένα χτιστό τοίχο, σαν πεζούλι, μπροστά από την είσοδο ή κάποιον θάλαμο που καθιστούσε την είσοδο αθέατη. Πάντοτε υπήρχε κρυφή έξοδος που οδηγούσε σε «χωστοκέλι» (ημιυπόγειος χώρος κυρίως στην ανατολική Ικαρία) ή «κρυφοκέλια» (μακριά από το σπίτι και κάτω από αυλότοιχους, κυρίως στα δυτικά μέρη)
Με την πάροδο του χρόνου και την εξαφάνιση των κινδύνων οι κρυψώνες απέκτησαν λειτουργία βοηθητικών χώρων.
Στις αρχές του 19ου αιώνα δεν υπήρχε πλέον ο κίνδυνος των πειρατών. Η αλλαγή σηματοδοτείται από την εμφάνιση νέων τύπων σύνθετων κατοικιών και παράλληλα την πύκνωση των οικισμών και τη νέα χωροταξική διάταξη. Η κοινωνία της Ικαρίας άρχισε να παρουσιάζει τα πρώτα ανοίγματα. Εμφανίστηκε ένα νέο είδος κατοικίας – το δίχωρο διώροφο σπίτι με το όνομα «πύργος» ή «πυργάρι», με δεύτερο όροφο ως ξενώνα. Σύμφωνα με την παράδοση, γύρω στα τέλη του 18ου αιώνα στην Ικαρία μετοίκησαν Μανιάτες και, καθώς τόσο οι «πύργοι» όσο και οι νέοι οικισμοί έχουν κοινά στοιχεία με παρόμοια δείγματα από τη Μάνη, θεωρείται ότι οι νέοι κάτοικοι εισήγαγαν αυτή την αρχιτεκτονική.
Ακολούθως ο «πύργος» συνδυάστηκε με το «χυτό» δημιουργώντας διάφορους τύπους μεικτών διώροφων ή σύνθετων κατοικιών. Τα ανώγια (το δώμα) ωστόσο προορίζονταν για τους επισκέπτες,ενώ η ικαριώτικη οικογένεια συνέχιζε να κατοικεί από κοινού στον πυρήνα του σπιτιού, το παλιό «χυτό».
Μέχρι το 1830 οι Ικαριώτες απέφευγαν να κατοικούν στους παραλιακούς οικισμούς συνεχίζοντας τον πατροπαράδοτο τρόπο κατοίκησης στα ορεινά μέρη. Η αλλαγή επήλθε μόλις στα μέσα του 19ου αιώνα λόγω του εμπορίου και της ανάπτυξης ντόπιας ναυτιλίας.
Η μελέτη της αρχιτεκτονικής συμπληρώνει την εικόνα που σχηματίζουμε για τις ιδιαιτερότητες των Ικαριωτών, που επέλεξαν την απομόνωση και διέσωσαν ξεχωριστά ήθη, έθιμα και γλωσσικό ιδίωμα σε σχέση με τους υπόλοιπους Αιγαιοπελαγίτες.